3. Η κοινωνική καταστολή

Η γενικευμένη κοινωνική καταστολή

Από την αρχή ο Ράιχ εντυπωσιάστηκε από την ενεργειακή θεώρηση της λειτουργίας της ζωής και ποτέ δεν την εγκατέλειψε. Το 1927 εκδόθηκε το πρώτο του πολυσέλιδο βιβλίο «Η λειτουργία του οργασμού», το οποίο ανέφερε όλα όσα είχε ανακαλύψει μέχρι τότε. Το 1928 έγινε υποδιευθυντής της Κλινικής, (σ.τ.Μ.: του Φρόιντ) συνεχίζοντας να ανακοινώνει τα ευρήματά του. Ο Ράιχ αναρωτιόταν συνεχώς γιατί είναι αναγκαία στους ανθρώπους όλη αυτή η καταστολή; Γιατί είναι τόσο γενικευμένη; Τα ερωτήματα δεν ήταν εύκολο να απαντηθούν επειδή κανείς δεν γνώριζε το πώς και το γιατί ξεκίνησαν όλα αυτά. Ήταν σταθερό ωστόσο ένα εύρημα. Κάθε ασθενής υπό θεραπεία αντιδρούσε με τρόμο όταν πλησίαζε στην τελική φάση, όπου ολόκληρη η θωράκιση διαλυόταν και ερχόταν αντιμέτωπος με την αναγκαιότητα να αφεθεί στις σωματικές αισθήσεις του κορμιού του. Το σώμα του ήταν τόσο συνηθισμένο στην ακαμψία ώστε η ελεύθερη κίνηση ήταν αφόρητη. Η ακινησία (αμεταβλητότητα, στασιμότητα) βιωνόταν ως ασφάλεια. Αποτελούσε κάτι στο οποίο μπορούσε να αρπαχτεί κανείς, να σωθεί από την καταστροφή, όπως ο Θεός. Ο Θεός ήταν αμετάβλητος, ο ίδιος χθες, σήμερα και για πάντα. Παρόλα αυτά η ακινησία δεν είναι ικανοποιητική και ποτέ δεν θα μπορούσε να είναι. Βαθιά μέσα σε κάθε άνθρωπο υπάρχει κάτι συναρπαστικό που πάντα λαχταράει να εκφραστεί.

Από το 1928 και μετά, ο Ράιχ ενδιαφερόταν όλο και περισσότερο για τις κοινωνικές αιτίες της νεύρωσης. Οργάνωσε ιατρεία ψυχικής υγιεινής και συμβουλευτικής σε θέματα που αφορούσαν το σεξ για τους νέους. Αναγνωρίζοντας την αναγκαιότητα της αλλαγής των κοινωνικών ηθών, έγινε μέλος σε φιλελεύθερες και σοσιαλιστικές ομάδες, πιστεύοντας, εκείνη την εποχή, πως υπήρχε σε αυτούς τους χώρους ειλικρινές κίνητρο για κοινωνική αναδόμηση. Ο Φρόιντ άρχισε να ανησυχεί για την κοινωνική σταυροφορία του Ράιχ, δηλαδή την ανάμιξη της ψυχανάλυσης με την πολιτική, καθώς επίσης και για την αντίθεση του Ράιχ απέναντι στη θεωρία του ενστίκτου του θανάτου. Έτσι άρχισε να σβήνει μια πολύ θερμή φιλία.

Το 1930, ο Ράιχ άφησε την οικογένειά του στη Βιέννη και μετακόμισε στο Βερολίνο. Εκεί συντάχθηκε με το κομουνιστικό κόμμα. Στο μεταξύ, καθώς η γυναίκα του διαφωνούσε με τις απόψεις του, οδηγήθηκαν σε μόνιμο χωρισμό. Ο Ράιχ πίστευε πως αν η κοινωνικό-οικονομική σύλληψη του Μαρξ μπορούσε να συνδυαστεί με την απελευθέρωση από τα σεξουαλικά ταμπού, θα μπορούσε να εξαλειφθεί σημαντικό ποσοστό από τη δυστυχία των ανθρώπων. Με αυτά στη σκέψη του οργάνωσε και ανέλαβε την ευθύνη των Κλινικών Ψυχικής Υγιεινής, διαδίδοντας πληροφορίες σεξουαλικής υγείας και συνεχίζοντας ταυτόχρονα να επεκτείνει τις ιδέες του για την κοινωνική μεταρρύθμιση. Ωστόσο, οι ιδέες και η διδασκαλία του διέφεραν από τη γραμμή του κόμματος κι έτσι διαγράφηκε το 1933. Ο Ράιχ, αργότερα έγινε ένας από τους πιο αμείλικτους αντιπάλους του.

Την ίδια χρονιά εκδόθηκαν η «Ανάλυση του χαρακτήρα», κλασικό έργο για την κατανόηση του χαρακτήρα και η «Μαζική ψυχολογία του φασισμού», που αποκαλύπτει τη χαρακτηρολογική δομή των ανθρώπων που ακολουθούν το φασισμό. Το 1933, με την άνοδο του Χίτλερ, ο Ράιχ εγκατέλειψε τη Γερμανία και πήγε στη Δανία, αλλά πολύ γρήγορα μετακόμισε στη Σουηδία εξαιτίας των πιέσεων από το ναζισμό στην κυβέρνηση της Δανίας. Η Σουηδία τον απέλασε σύντομα και το 1934 ταξίδεψε στο Όσλο, της Νορβηγίας, μετά από πρόσκληση του Ινστιτούτου Ψυχολογίας του Πανεπιστημίου του Όσλο. Το 1936 εκδόθηκε η «Σεξουαλική επανάσταση». Κατά τη διάρκεια όλων αυτών των χρόνων εμπλούτιζε συνεχώς τη θεωρία και τη θεραπεία των συγκινησιακών προβλημάτων. Στο Όσλο συνέχισε την έρευνά του μελετώντας τη βιοηλεκτρική φύση της ηδονής και του άγχους και το αίνιγμα της προέλευσης της ζωής.

Ο Ράιχ ενδιαφερόταν ιδιαίτερα για το τι ήταν αυτό που προκαλούσε τη μυϊκή συστολή και τι ήταν αυτό που τη διατηρούσε. Η έρευνα τον οδήγησε στο χώρο του αυτόνομου νευρικού συστήματος και τη βασική αντίθεση της νευροφυτικής λειτουργίας. Η διέγερση του συμπαθητικού νευρικού συστήματος προκαλεί συστολή που βιώνεται ως άγχος. Η παρασυμπαθητική διέγερση προκαλεί διαστολή, που βιώνεται ως ευχαρίστηση. Η χρόνια συμπαθητικοτονία προκαλούσε και συντηρούσε τη θωράκιση. Η ηδονή ή αλλιώς η διαστολή, γίνεται αισθητή στην επιδερμίδα. Ο Ράιχ πίστευε πως κατά την ηδονή υπήρχε ηλεκτρική φόρτιση στην επιφάνεια της επιδερμίδας και άρχισε να το διερευνά. Χρησιμοποιώντας ένα γαλβανόμετρο επιβεβαίωσε και πειραματικά την υπόθεσή του.

Όσο εντονότερη η αίσθηση της ηδονής, τόσο υψηλότερη η ένδειξη της φόρτισης στο γαλβανόμετρο. Επιπλέον, αποδείχθηκε ότι σε δυσάρεστες εμπειρίες, η φόρτιση εξαφανιζόταν. Εδώ είχε σαφείς ενδείξεις μιας πραγματικής ενέργειας. Ο Ράιχ αρχικά την ονόμασε «βιοηλεκτρική ενέργεια». Αργότερα απέδειξε πως η ενέργεια αυτή ακτινοβολούσε πέρα από την επιφάνεια του δέρματος, αποτελώντας το ενεργειακό πεδίο. Όταν η σεξουαλική εμπειρία είναι ικανοποιητική, η ενέργεια με κάποιο τρόπο εκφορτίζεται, ανακουφίζοντας τον οργανισμό από τη στάση. Όταν υπάρχει άγχος, η φόρτιση δεν φτάνει στην επιδερμίδα και δεν μπορεί να πραγματοποιηθεί εκφόρτιση. Τα γεννητικά όργανα θα μπορούσαν να θεωρηθούν ως εξειδικευμένα όργανα του δέρματος ικανά να εκφορτίζουν ενέργεια.